στρατόπαυση

στρατόπαυση
η, Ν
(μετεωρ.) ζώνη στην ατμόσφαιρα τής Γης ή άλλων πλανητών η οποία αποτελεί το διαχωριστικό όριο ανάμεσα στη στρατόσφαιρα και στη μεσόσφαιρα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ατμόσφαιρα — Αεριώδης μάζα που περιβάλλει τη Γη και επιτρέπει τη ζωή του ανθρώπου και όλων των άλλων οργανισμών του ζωικού και του φυτικού βασιλείου. Τα φαινόμενα που συμβαίνουν μέσα στην α., εκτός του ότι συμβάλλουν στη γεωλογική εξέλιξη του πλανήτη,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”